





Αυτό είναι για σένα...
Που διαβάζεις αλλά ποτέ δεν μιλάς
Που υπάρχεις αλλά δεν φαίνεσαι
Που ήρθες πρίν χρόνια πολλά αλλά κάθε φορά που σε βλέπω απλώνω το χέρι για να χαρώ για τη γνωριμία
Που με ξέρεις από την καλή και από την ανάποδη
Που με μαθαίνεις ακόμα
Που δεν σε τρομάζουν οι αλλαγές
Που μου κρατάς το χέρι όταν πονάω
Που μοιράζεσαι το χαμόγελο όταν είμαι χαρούμενη
Που είσαι αληθινός
Που δεν μεγαλώνεις σαν ήρωας παραμυθιού
Που μοιράζεσαι την αγάπη μου για τα cartoon
Που δεν γελάς όταν δακρύζω από μια χαζοκωμωδία στην τηλεόραση
Που δεν αλλάζεις κανάλι στις ελληνικές ταινίες
Που δεν θυμάσαι πολλά αλλά θυμάσαι ακόμα περισσότερα
Που βλέπεις αντί να κοιτάς
Που με σκεπάζεις όταν κρυώνω στον ύπνο μου και ξαγρυπνάς για να με ζεσταίνεις
Που παρέα αλλάζουμε και γινόμαστε το καλύτερο που μπορούμε να γίνουμε
Που κάνεις όνειρα
Που με παρασύρεις στα όνειρά σου
Που έχουμε φάει δυσκολίες με το κουτάλι αλλά είμαστε ακόμα εδω να μιλάμε για εκείνο το αύριο που πάντα έρχεται
Που με τσαντίζεις, με απογοητεύεις, με ρίχνεις κάτω
Που μου απλώνεις το χέρι και με σηκώνεις
Που με βλέπεις να κάνω βήματα και καμαρώνεις
Που δεν με σταματάς
Που βάζεις όριο το ανεκπλήρωτο όνειρο και το πραγματοποιείς
Που αντιδρώ και χαίρεσαι που είμαι ζωντανή
Που φωνάζω και χειροκροτείς
Που σιωπώ και ανησυχείς
Που βάζεις το νερό να ζεσταθεί όταν γυρίσεις πρώτος στο σπίτι
Που αντέχεις τις νοικοκυρίστικες υστερίες μου
Που είσαι τόσο τσαπατσούλης ώστε να απολαμβάνω να σε σιγυρίζω
Που σ'αρέσουν τα αυτοκόλλητα και οι μαρκαδόροι μου
Που πιστεύεις ότι με αυτά θα κάνω τον κόσμο πιο όμορφο
Που θέλεις έναν πιο όμορφο κόσμο
Που χτίσαμε στην άμμο και έμειναν όρθια, κάστρα μιας ημέρας που δεν έλεγε να νυχτώσει, μιας νύχτας που δεν ξημέρωνε.
Αυτό είναι για σένα...
Που έψαξες να βρείς για μένα οσα εγω αγνοούσα, οσα έπρεπε να μάθω αλλά δεν ήξερα τον τρόπο.
Αυτό είναι για σένα...
Για οσα ήρθαν, για οσα πέρασαν, για όσα θα έρθουν, για οσα θα μείνουν.
Για εκείνα που δεν θα έρθουν αλλά δεν παύουμε να ελπίζουμε στην ομορφιά της ανατροπής.
Για σένα που συνωμότησες παρέα με το σύμπαν και από τότε καμία μέρα δεν είναι ίδια με την προηγούμενη ενω ποιός ξέρει τι θα μας ξημερώσει αύριο...
Ας είναι, ας μάθουμε.
Τίποτα δεν είναι χειρότερο από το άγνωστο που δεν μπήκα στον κόπο να γνωρίσω.
Σύμφωνα με τη νομική υπηρεσία του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ, θα μπορούσε έστω και την τελευταία στιγμή να δοθεί μια προφορική εντολή, για ένα τόσο σημαντικό σκοπό. Η τηλεοπτική μετάδοση θα επέτρεπε, μέσω διαφημίσεων, να αυξηθούν τα έσοδα που θα δοθούν στο Ταμείο Δασών.
Άγνωσται αι βουλαί της Επιτροπής!
Είμαστε όλοι εδω!
Η μαμά, ο μπαμπάς, η γιαγιά, τα ξαδέρφια της μαμάς, του μπαμπά, της γιαγιάς, οι φίλες και οι φίλοι της μαμάς, του μπαμπά, της γιαγιάς.
Πρόσωπα από τα οποία τα περισσότερα ουδέποτε έχεις ξανασυναντήσει.
Δεν σε νοιάζει όμως. Αφού όλοι σου γελάνε σου δίνουν τα γυαλιά τους να παίξεις και σε αφήνουν να τους τραβάς τα κολιέ και τα ρολόγια, όλα πηγαίνουν μια χαρά.
Ένας επίσης άγνωστος κύριος, ο οποίος επιμένει να σε φωνάζει μπέμπα και να μην σε αφήνει να πιπιλίσεις με την ησυχία σου ενα κοκαλάκι μαλλιών της θείας Ευτέρπης, σε τραβάει συνέχεια φωτογραφίες ενω κάθε καλεσμένος θέλει να ποζάρει μαζί σου κάτω από τον κισσό. Μα τι ωραία που είναι η ζωή...και το κοκαλάκι μαλλιών της θείας Ευτέρπης.
Κι εκεί που ολα κυλάνε ήσυχα κι εσυ, αν και ενοχλείσαι από τα συνεχή μαγουλοτσιμπήματα, διατηρείς την ψυχραιμία σου και χαλαρώνεις στην αγκαλιά της μαμάς ξαφνικά όλοι αρχίζουν να προχωράνε πρός εκείνο το σπιτάκι με τα ροζ μπαλόνια που ανεμίζουν στην είσοδο και τα οποία προσπαθείς να αγγίξεις από την πρώτη στιγμή.
Σας περιμένει ένας άααααλος κύριος με μαύρο μακρί φόρεμα και μούσι το οποίο θέλεις πολύ να τραβήξεις αλλά μια κυρία που τη λένε νονά σου λέει πως δεν κάνει και σου πιάνει απαλά το χέρι.
Εσυ ξαναπροσπαθείς αλλά μάταια. Πάλι σε παίρνουν χαμπάρι.
Ο κύριος αρχίζει να μιλάει, εσυ δεν καταλαβαίνεις τίποτα.
Η νονά λέει κι εκείνη που και που κάτι αλλά δεν σε ενδιαφέρει τι.
Έχεις αρχίσει να νυστάζεις, να ζεσταίνεσαι και θέλεις τόσο πολύ εκείνο το πολύχρωμο κολιέ που φοράει η κοπέλα απέναντι. Κάνεις να το φτάσεις κι εκεί που είσαι τόσο κοντά ο κόσμος αρχίζει να μετακινείται. Πάμε ακόμα πιο μέσα στο σπιτάκι κι εκεί η ζέστη είναι αφόρητη.
Έχουν αρχίσει να σε πιάνουν τα διαόλια σου και ψάχνεις τη μαμά και το μπαμπά. Εκείνοι σε βλέπουν αλλά δεν σε παίρνουν αγκαλιά. Γιατί?
Τεντώνεσαι, κλωτσάς, απλώνεις χεράκια αλλά κανείς δεν κάνει ούτε βήμα. Γιατί?
Μόνο η κυρία νονά σε κρατάει και σου κάνει "κουπεπε" να σταματήσεις.
"Μα τι κουπεπε και βλακείες" σκέφτεσαι. Μεγάλη κοπέλα είσαι..."δώστε μου μια πιπίλα κάποιος"!
Η γιαγιά σαν να σε διαβάζει σου δίνει μια τεράστια ροζ πιπίλα και ηρεμείς.
Ξαφνικά πλησιάζουν 2 άλλες κυρίες και σε παίρνουν από τα χέρια της κυρίας νονάς και αρχίζουν να σε γδύνουν. Με τέτοια ζέστη δεν αντιστέκεσαι ιδιαίτερα καθώς είχες αρχίσει να ιδρώνεις και δεν αισθάνεσαι και ιδιαίτερα άνετα με τα ρούχα να κολάνε πάνω σου. Έχεις μείνει με την πάνα και γουστάρεις τρελά.
Κουνάς χέρια πόδια, χορεύεις και τσιμπάς από μια άλλη κυρία τα γυαλιά της- δεν της πάνε κιόλας- τα οποία βάζεις απευθείας στο στόμα.
Σου τα παίρνουν αμεσως και πρίν καταλάβεις τι γίνεται κάποιος σου έχει βγάλει και την πάνα.
Αυτό μόνο καλό δεν το λές! Έτσι φόρα παρτίδα θα τα βγάλουμε όλα? Μπαμπά κάνε κάτι ντε!!!!
Για κάποιο λόγο όμως τόσο ο μπαμπάς οσο και η μαμά έχουν ενα βλέμμα λίγο σεληνιασμένο, λένε και ακαταλαβίστικες λεξούλες όπως «αχου το» αλλά δεν κάνουν ούτε βήμα.
"Όταν παω να πιάσω εκείνο το πράγμα με τα κουμπιά που το παίρνει ο μπαμπάς και το κουνάει σε εκείνο το μεγάλο κουτί που δείχνει εικόνες και αυτές αλλάζουν εκεί ξέρετε να τρέχετε....τώρα τίποτα!"
"Τα νεύρα μου, τις πιπίλες μου και το καρότσι μου να φύγω γρήγορα."
Αμ δε...πρίν να πείς «μπομπ σφουγγαράκης» σε έχει βουτήξει ο κύριος με το μακρύ φόρεμα και το μούσι και σε βουτάει σε μια λεκάνη με νερό.
"Ε οχι! Αυτό πάει πολύ!" Τα παίρνεις κρανίο και βάζεις τις φωνές! Κλαίς και χτυπιέσαι και ψάχεις για βοήθεια αλλά όλοι σε κοιτάνε και σου χαμογελάνε!
"Δεν διασκεδάζουμε εδώωωωωωωω!!!"
Αυτό είναι χειρότερο και από εκείνο το επεισόδιο όπου ο κύριος Καλαμάρης έβαλε τον Μπομπ και τον Πάτρικ να του βάψουν το σπίτι και δεν έπρεπε να πέσει ούτε σταγόνα μπογιάς στο πάτωμα. Τι άγχος ήταν αυτο??!! Πότε θα τελειώσει το μαρτύριο???
Μια, δυο, τρείς και επιτέλους πετσέτα!
Δεν προλαβαίνεις να ηρεμήσεις και αφού σε λαδώσουν στο πρόσωπο και το σώμα (τι άλλη αρρωστημένη ιδέα έχετε???) σου κόβουν και το τυχερό σου τσουλούφι!!!!
Εκείνο το τσουλούφι που πιπιλάς κάθε μεσημέρι πρίν να κοιμηθείς. Εκείνο το τσουλούφι που είδες για πρώτη φορά και κατάλαβες ότι είναι δικό σου και το τράβηξες και πόνεσε αλλά εσυ έβαλες τα γέλια. Εκείνο το τσουλούφι πάει...
Ενω χτυπιέσαι και φωνάζεις αναζητώντας το δίκιο σου έρχεται – επιτελους – η μαμά και αρχίζουν να σε ντύνουν. Σιγά σιγά ηρεμείς γιατί την καταβρίσκεις με τα στρασάκια πάνω στο φόρεμα και προσπαθείς να μη δίνεις σημασία στα μαλλιά σου που πέφτουν λαδωμένα στο πρόσωπό σου.
Κακόμοιρο τσουλούφι...και λαδωμένο και κομμένο....έτσι θα είναι η ζωή μας στο εξής?
Κι εκεί που νομίζεις ότι δεν έχει χειρότερα....σου φοράνε καπέλο!!! Ενα καπέλο που σε ζεσταίνει, σε βαραίνει, με κορδελίτσα που τη δένουν κάτω από το λαιμό και σε σφίγγει. Ενα καπέλο που απλά δεν το θές! Και το βγάζεις. Και στο ξαναφοράνε. Και το ξαναβγάζεις και στο ξαναφοράνε. Και το βγάζεις....και το πετάς. Και η κυρία νονά σε καταλαβαίνει και δεν στο ξαναφοράει. OK την αγαπάμε την κυρία νονά.
Σιγά σιγά ο κόσμος αρχίζει να βγαίνει από το σπιτάκι και όλοι κάθονται σε μια σειρά και μιλανε με το μπαμπά και τη μαμά και την κυρία νονά και τη γιαγιά....και σου ξανατσιμπάνε τα μάγουλα και τα μπουτάκια και τη μύτη κι εσυ απλά θέλεις εκείνο το πολύχρωμο κολλιέ και...και...ψάχνεις τον κύριο Φλάφιο να τον πάρεις αγκαλιά να του πείς χωρίς λόγια πώς ήταν η μέρα σου και ξέρεις ότι εκείνος θα σε ακούσει χωρίς να μιλάει. Απλά θα σε κοιτάει με τα τεράστια μπλέ μάτια του πίσω από εκείνη τη χνουδωτή ροζ μύτη.
Και λίγο πρίν αποκοιμηθείτε παρέα το μάτι σου πέφτει στη λεκάνη που σε βούτηξαν λίγο πρίν. Το νερό είναι ανακατεμένο με το λάδι ενω το τσουλούφι σου κολυμπάει παραδωμένο αναπολώντας τα μεσημέρια εκείνα που σου έκανε παρέα μέχρι να σε πάρει ο ύπνος σαν τώρα.
Μια σκέψη μόνο πρίν κλείσεις τα μάτια σου...μπλιαχ!
Υ.Γ. Με την αγάπη μου στην υπέροχη ανηψιά μου Κλυμεντίνη που βαφτίστηκε την Κυριακή και παρά το «δύσκολο» έργο της, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και με το παραπάνω. Να είσαι πάντα γερή και ευτυχισμένη όμορφη!
UPDATE: Μετά από παρέμβαση του βλόγιου συμβούλου Vangel το μικρό καλομαθημένο αποφάσισε να συνετίσει εαυτόν και να επανέλθει...psit...εσυ...THANK U!!!!!!